Πάει πέρασε κι αυτό... και δεν ήταν καθόλου εύκολο! Δώδεκα χρόνια στην Αθήνα, νιώθοντας πάντα μια βαθιά συγκίνηση για αυτή την προσπάθεια των φοιτητών με κίνδυνο της ζωής τους, δεν κατάφερα ποτέ να βρεθώ ανήμερα της επετείου του Πολυτεχνείου στο σημείο μηδέν.
Γράφει ο Λευτέρης Σαβίδης
Γράφει ο Λευτέρης Σαβίδης
«Που θα πας, θα έχει φασαρίες» φώναζε η θεία μου κάποτε.
Μετά ήρθαν οι δουλειές, καμιά παρέα για καφέ, το μυαλό που ήταν κολλημένο στον έρωτα. Και έτσι πέρασαν δώδεκα χρόνια.
Και σήμερα νιώθω πως πρόδωσα ένα ιστορικό γεγονός που με σημάδεψε από μικρή ηλικία. Του γύρισα την πλάτη όπως έκαναν ακόμη κι εκείνοι που βρέθηκαν μέσα στη φωτιά τότε και τώρα σφυρίζουν αδιάφορα σε γραφεία της Ευρώπης...
Η ενοχή ήταν μικρή πάντα... μα φέτος έγινε τεράστια!
Διότι οι άνθρωποι που έχουν σπουδάσει πολιτική και οικονομική θεωρία δεν λανθάνουν ποτέ. Στα δύσκολα λένε ένας λαός - και ειδικά ένας λαός που δεν θέλει να ζοριστεί, δεν χολοσκάει - γίνεται στρείδι. Κλείνεται στον εαυτό του και με λίγο «λίπασμα» από μια άρχουσα τάξη που καλλιεργεί με επιμέλεια την χαζο-πατριωτική περηφάνεια γυρίζει στη συντήρηση. Και εντάξει η τρίτη ηλικία, αν θέλετε τη γνώμη μου, έχει ήδη πέσει στον Καιάδα. Από μόνη της... θέλησε απλά να ζήσει και να ξεκοκαλίζει όσα τόσα χρόνια σπαταλούσε. «Ό, τι φάμε, ό, τι πιούμε και ό, τι αρπάξει ο...», λέει η μάνα μου.
Αλλά το δηλητήριο μοιάζει να περνά και στους πιο νέους.
Διάβασα προχθές, λοιπόν, πως επτά μαθητές, αποφάσισαν να κάνουν την επανάσταση τους στο σχολείο, αρνούμενοι να συμμετέχουν στη γιορτή του Πολυτεχνείου. Η επιχειρηματολογία τους πολύ σαφής... «Δεν πέθανε κανείς στο Πολυτεχνείο!» Εντάξει, δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιος ξεστομίζει με ευκολία πόσο τιποτένια είναι η Δημοκρατία.
Για χρόνια άκουγα το ανατριχιαστικό «Ένας Παπαδόπουλος σας χρειάζεται!» να αιωρείται σαν την απόλυτη λύτρωση.
Όμως αυτό είναι καινούριο...
Χωρίς να είμαι και τόσο μεγάλος δεν θυμάμαι ποτέ στο σχολείο να μας δίδαξε κανείς για εκατόμβες νεκρών στο Πολυτεχνείο.
Θυμάμαι βέβαια έναν ημίτρελο φιλόλογο (που κατά τη γνώμη μου θα έπρεπε να είχε παυθεί από τη θέση του και να μην έρχεται σε επαφή με μικρά παιδιά) να ουρλιάζει ώρες ατελείωτες πως δεν πέθανε κανείς στο Πολυτεχνείο. Ότι κανείς δεν ζήτησε αποζημίωση μετά το περιστατικό!
Ο ίδιος, βέβαια, δυσκολευόταν λίγο πριν το Millenium να πιστέψει στη θεωρία της εξέλιξης και έφτυνε στον τάφο του Δαρβίνου, οπότε μόνο ως τρελό μπορούσαμε να τον αντιμετωπίσουμε. Δεν θα κρίνω κανέναν για ό, τι πιστεύει... είναι ανούσιο! Απλά για αυτά τα παιδιά - και πιότερο για τους ανεκδιήγητους γονείς τους που κρύβονται πίσω τους - θα πως μια μικρή ιστορία...
Τελειώνοντας το σχολείο, πέρασα στο Πανεπιστήμιο στην Αθήνα. Πανευτυχής που κατάφερα να μπω στα ΕΜΜΕ (Επικοινωνίας & Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης) άρχισα τα μαθήματα.
Οι καθηγητές ιδιαίτεροι. Έδειχναν να ξέρουν που βρίσκονται και τι σημαίνει Πανεπιστήμιο. Ανάμεσά τους και η Πέπη Ρηγοπουλου.
Το μάθημά της λίγο αφαιρετικό... μιλούσε για τις πρωτοπορίες των αρχών του 20ου αιώνα (που έκανα χρόνια να καταλάβω πόσο λείπουν από την κοινωνία σήμερα), για αισθητική. Αισθητική και τρόπο που αυτή επικοινωνείται... Σαν όλους τους μέσους ανθρώπους, μεγάλωσα με το στερεότυπο πως η τέχνη είναι παρωχημένη, καλλιτέχνες είναι κάποιοι απροσάρμοστοι που κανείς δεν καταλαβαίνει και τα έργα τέχνης δεν έχουν κατά κανόνα καμία επαφή με την κοινωνία. Όπως ακριβώς δηλαδή έβλεπε την τέχνη όλη η ελληνική κοινωνία (βλ. τις ελληνικές σειρές και ταινίες)...
Δεν μπορούσες να μην σέβεσαι μια καθηγήτρια Πανεπιστημίου, όμως στο μυαλό μου η κυρία Ρηγοπούλου ήταν αερικό.
Ένας άλλος κόσμος... για χρόνια διηγούμουν μια αστεία ιστορία και κόμπαζα που κάποια στιγμή στο μάθημά της σήκωσα το χέρι και είπα με αφορμή έναν πίνακα που μας προέβαλε εκείνη την ώρα: «Σιγά τον πίνακα. Κι εγώ θα μπορούσα να το ζωγραφίσω αυτό»!
Δύο λεπτά αργότερα η κυρία Ρηγοπούλου μας προέτρεπε να δοκιμάσουμε να ζωγραφίσουμε τον πίνακα αυτόν στο χαρτί και να της παραδώσουμε τα... «έργα» μας. Ή τότε που είχε φιλοξενήσει έναν ζωγράφο στο μάθημά της και μου είχε φανεί τόσο υπερφίαλο όλο αυτό. Ο εν λόγω καλλιτέχνης - δυστυχώς από την υπεροψία μου δεν συγκράτησα ποτέ το όνομά του - έθαβε τεράστιους αλουμινένιους δίσκους σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Πίστευε πως έτσι θα αφήσει παρακαταθήκη στις γενιές που θα έρθουν μετά από μια επικείμενη ολοκληρωτική καταστροφή.
Ήμουν 20 με 22 ετών, με όρεξη για ζωή και η αμφισβήτηση κυλούσε σε μεγαλύτερη ποσότητα στις φλέβες από το αίμα.
Έπιασα δουλειά, παράτησα το μάθημα και το έδωσα μετά από χρόνια... δεν την ξαναείδα. Και πάντα φούσκωνα από περηφάνια γιατί έγινα δημοσιογράφος με το σπαθί μου! Δούλεψα σκληρά, όταν άλλοι φοιτητές διασκέδαζαν.
Η ζωή μου απέδειξε πως δεν αρκεί να δηλώνεις κάτι, πρέπει και να μπορείς να το υποστηρίξεις. Αυτό το «Αερικό», λοιπόν, η αινιγματική καθηγήτρια που ίσως και να χλεύαζα (πάντα σου προκαλούσε δέος και σεβασμό η παρουσία της, με ταπεινό όμως τρόπο) είναι ένας αληθινός θρύλος.
Και το λέω με μεγάλη περηφάνια - που τη γνώρισα έστω και λίγο - και θυμό - για τον εαυτό μου που την προσπέρασε τόσο αψήφιστα.
Η Πέπη Ρηγοπούλου το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου 1973, είχε πιάσει τα κάγκελα της πόρτας του Πολυτεχνείου και κοίταζε ένα τανκ και μαζί του ένα ολόκληρο σύστημα στα μάτια. Και δεν έκανε πίσω, δεν δείλιασε... έμεινε εκεί ώσπου την πλάκωσε η πύλη του ιδρύματος κατά την διέλευση του τανκ.
Δεν φώναξε ποτέ πως ήταν εκεί... δεν το ανέφερε ποτέ στο μάθημά της. Δεν μίλησε ποτέ σε κανένα δημοσιογράφο για την εμπειρία της.
Όμως αυτό το θάρρος της για ζωή έγινε θέληση να μάθει, να διδάξει να εμβαθύνει πιο πέρα από τα προφανή. Δεν βγήκε να πουλήσει το σαρκίο της, ακολούθησε απλά τον δρόμο που της άξιζε. Που της έπρεπε. Γιατί είχε και έχει αισθητική! Ξέρει να διακρίνει την ομορφιά της ζωής.
Λυπάμαι που την εκμεταλλεύομαι με τόση χυδαιότητα σε αυτό το άρθρο.
Και της ζητώ συγνώμη για τις αυθαίρετες ίσως κουβέντες στο όνομά της.
Όμως φέτος έμαθα για την ιστορία της... ΦΕΤΟΣ!
Και ήρθε σαν το πιο ηχηρό επιχείρημα ενός ανθρώπου που πλακώνεται από κοινωνική κατάθλιψη, πως δεν είναι όλα ισοπεδωμένα. Έτσι στους μαθητές αυτούς απλά θα πω αυτό: Η ιστορία μιας χώρας δεν είναι απαραίτητο να γράφεται πάντα με αίμα - αν και οι είκοσι και πλέον νεκροί από τα πυρά του στρατού τις δύο εκείνες ημέρες πέριξ του Πολυτεχνείου αρκούν για να χορτάσετε την δίψα σας για αίμα - όμως είναι δίχως άλλο επιβεβλημένο να γράφεται από ανθρώπους με αξίες.
Με όνειρα, αισθητική και θάρρος...
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου