10/12/12

ΦΑΛΚΟΝΕΡΑ…ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ

Αργά το απόγευμα της 7ης Δεκέμβρη 1968 το οχηματαγωγό πλοίο « Ηράκλειο» της εταιρείας Αφοί Τυπάλδου απέπλεε από το λιμάνι των Χανίων για τον Πειραιά.

Γράφει η Κάτια Κατιμερτζή




Την επόμενη μέρα επρόκειτο να κερδίσει τα πρωτοσέλιδα των πολιτικών εφημερίδων της εποχής ανάμεσα στις ειδήσεις για τη δίκη του Ασπίδα και τις απολογίες των δολοφόνων του Γρηγόρη Λαμπράκη. Στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας είχε συναντήσει τη μοίρα του. Μοίρα που χάραξαν χέρια ανθρώπινα. 


Η εφοπλιστική εταιρεία των αδερφών Τυπάλδου είναι από τις μεγαλύτερες της εποχής και βρίσκεται σε ευθύ ανταγωνισμό με την εφοπλιστική εταιρεία του Κώστα Ευθυμιάδη στις ακτοπλοϊκές γραμμές της Κρήτης. 

Το 1964 οι αδερφοί Τυπάλδοι αγοράζουν στην Αγγλία το ηλικίας 15 ετών δεξαμενόπλοιο Leicestershire και το μετατρέπουν σε επιβατηγό- οχηματαγωγό με το όνομα «Ηράκλειον»


Κατά τις εργασίες της μετατροπής, αφαιρούνται υποκαταστρώματα και έρμα 200 τόνων για να κατασκευαστεί το γκαράζ. Αποτέλεσμα ήταν να ανυψωθεί το μεσοκεντρικό βάρος του πλοίου και να υπονομευθεί η ευστάθειά του. 

Είναι γνωστό στους ναυτικούς κύκλους ότι τα δεξαμενόπλοια 10 και πλέον ετών είναι στην ουσία «καμένα». Παρόλα αυτά το πλοίο έλαβε άδεια ως αξιόπλοο από το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας. 

Η οικογένεια Τυπάλδου διατηρούσε άριστες σχέσεις με το κόμμα της Ε.Ρ.Ε

Το 1965 το «Ηράκλειον» τοποθετείται στη γραμμή της Κρήτης Χανιά- Πειραιάς. Το πλοίο είχε τη φήμη του ταχύτερου στις Κρητικές γραμμές. Το «Ηράκλειον είναι κανονισμένο να αναχωρήσει από το λιμάνι της Σούδας των Χανίων για την Αθήνα. 

Ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος, όμως, καθυστερεί τον απόπλου προς αναμονή ενός φορτηγού ψυγείου, βάρους 5 τόνων, που μετέφερε πορτοκάλια και είχε καθυστερήσει να φτάσει στο λιμάνι. 

Ο καιρός είναι πολύ άσχημος και στο Αιγαίο πνέουν άνεμοι 8 έως 9 μποφόρ

Ο Λιμενάρχης Χανίων εκφράζει τις αντιρρήσεις του για τη φόρτωση του φορτηγού, καθώς το βάρος του πλοίου θα αυξηθεί επικίνδυνα. 
Με τις «κατάλληλες παρεμβάσεις» οι ενδοιασμοί του λιμενάρχη αγνοούνται και το φορτηγό φορτώνεται βιαστικά χωρίς να τηρηθούν οι στοιχειώδεις κανόνες ασφαλείας. Το Ηράκλειον αποπλέει με ευθύνη του πλοιάρχου του, όπως συνηθιζόταν μέχρι τότε, με αρκετή καθυστέρηση. Μεταφέρει σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία 206 επιβάτες και πλήρωμα 65 ατόμων. Στο πλοίο επιβαίνουν, όμως, και άλλα άτομα που φέρουν σημειώματα ατέλειας ή απορίας είτε από βουλευτικά γραφεία είτε από το Λιμενάρχη, ναύτες από τη βάση της Σούδας και κρατούμενοι, που μεταφέρονται μαζί με τους φρουρούς τους. Ένας από τους διασωθέντες επιβάτες ανέφερε πως μόνο οι Τσιγγάνοι, που ήταν στοιβαγμένοι στο χώρο του γκαράζ, ξεπερνούσαν τους 100. Η θαλασσοταραχή είναι σφοδρή, άνεμοι 9 μποφόρ πλευροκοπούν το σκαρί. 

Ο καπετάνιος δεν λαμβάνει υπόψη του την παλαιότητα του πλοίου και θεωρεί ότι οι καταπονημένες λαμαρίνες θα αντέξουν τον καιρό. 

Στις δύο το πρωί το πλοίο έχει φτάσει στη θαλάσσια περιοχή της βραχονησίδας Φαλκονέρα, ανοιχτά της Μήλου, στο Μυρτώο Πέλαγος. Τα νερά αυτά είναι επικίνδυνα ακόμη και με ήρεμη θάλασσα λόγω της ύπαρξης ισχυρών ρευμάτων. 

Το πλοίο κλυδωνίζεται. Στη γέφυρα ανεβαίνει ένας έντρομος λοστρόμος για να αναφέρει ότι έχει παρουσιαστεί ρήγμα και ότι ο χώρος του αμαξοστασίου έχει κατακλυστεί από τη θάλασσα. Μόνο οι ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας δουλεύουν για τα επόμενα 13 λεπτά, πριν το σκάφος γύρει τελείως και βυθιστεί για πάντα στον υγρό του τάφο. 

Λίγα μπορούν να γίνουν πια. Ο πλοίαρχος προσπαθεί ανεπιτυχώς να μανουβράρει, ενώ δίνει εντολή για την εκπομπή σήματος Σ.Ο.Σ. και εγκατάλειψη πλοίου. 

Ώρα 2:02 το πρωί. Τα τρία ναυτικά φυλάκια, που διανυκτερεύουν λαμβάνουν σήμα κινδύνου από το Ηράκλειον. 

«Λόγω σφοδράς θαλασσοταραχής απωλέσαμεν τη δεξιά πόρτα. Εισέρχονται ύδατα.». 

Ώρα 2:06 το πρωί. Το Ηράκλειον εκπέμπει δεύτερο σήμα κινδύνου. 

«SOS από Ηράκλειον, στίγμα μας 36ο 52 B., 24° 08 A., Βυθιζόμεθα»

Ακολουθεί σιγή ασυρμάτου. 

Οι περισσότεροι από τους επιβάτες του «Ηράκλειον» δεν πρόλαβαν να ανέβουν στο κατάστρωμα και να πηδήξουν στη θάλασσα. Πνίγηκαν εγκλωβισμένοι στις καμπίνες τους. 

Αλλά και πολλοί από τους επιβάτες και το πλήρωμα, που κατάφεραν να πηδήξουν στη θάλασσα, στάθηκαν εξίσου άτυχοι. Άλλοι στην προσπάθειά τους να βουτήξουν χτύπησαν, με αποτέλεσμα να χάσουν τις αισθήσεις τους και να πνιγούν. Άλλοι παρασύρθηκαν από τη δίνη του βυθιζόμενου πλοίου και το ακολούθησαν στο βυθό. Σίγουρα πηδούσαν προς το χαμό τους και όσοι δεν γνώριζαν κολύμπι. Μα και όσοι επέζησαν αρχικά έπρεπε να παλέψουν με τα μανιασμένα κύματα και το ψύχος 8 ως 14 ώρες μέχρι να διασωθούν. Ούτε η τύχη δεν ήταν με το μέρος των ναυαγών στα ανταριασμένα νερά της Φαλκονέρας. 

Η τραγωδία ήταν ανείπωτη. 

Το πλοίο «Φαιστός», που έπλεε στην ίδια ρότα, δεν έλαβε ποτέ το σήμα κινδύνου, γιατί έπλεε με τον ασύρματό του χαλασμένο! Ούτε όμως και το «Μίνως», που ακολουθούσε, έλαβε το σήμα κινδύνου και χάθηκε πολύτιμος χρόνος μέχρι να ειδοποιηθεί για το ναυάγιο και να γυρίσει για τη διάσωση. 

Το σήμα κινδύνου το είχαν λάβει τα 3 διανυκτερεύοντα ναυτικά φυλάκια. Ο ναύτης ενός από αυτά δεν ειδοποίησε καν τον ανώτερό του αξιωματικό, γιατί «είχε λάβει εντολές να μην τον ξυπνήσει πριν από τις έξι το πρωί»! 

Γύρω στις 2:30 τα ξημερώματα ειδοποιούνται τα Λιμεναρχεία Πειραιά, Σύρου και Κρήτης τα οποία ενημερώνουν ότι δεν διαθέτουν τα κατάλληλα μέσα προς έρευνα και διάσωση. 

Στη Σύρο βρίσκεται μόνο ένα πολεμικό πλοίο με σβηστές τις μηχανές, που θα χρειαστεί 3 με 4 ώρες για να ετοιμαστεί για απόπλου. Θα χρειαστεί να περάσουν άλλες δύο ώρες, ώσπου να πάνε στα γραφεία τους οι αρμόδιοι Αρχηγοί και Υπουργοί και να δοθεί η εντολή να αποπλεύσει το Α/Γ ΣΥΡΟΣ. 

Άλλη μία ώρα θα περάσει μέχρι να ειδοποιηθεί ο πρωθυπουργός, ενώ γύρω στις έξι ενημερώνεται και ο βασιλιάς. 

Στο μεταξύ πολλά πλοία, που πλέουν στην ευρύτερη περιοχή, έχουν ενημερωθεί για τι ναυάγιο, αλλά οι άσχημες καιρικές συνθήκες τα εμποδίζουν να φτάσουν εγκαίρως. Στην έρευνα έλαβαν μέρος τα ελληνικά επιβατηγά «Μίνως» και «Χανιά»,τα αγγλικά «Ashton» και «Levertog»,το φινλανδικό «Nula», το ρωσικό «Ουρίσκ», το ελληνικό δεξαμενόπλοιο «Aldebaran», το πολωνικό «Vako» και το ελληνικό πολεμικό «ΣΥΡΟΣ»

Μόλις στις 7:20 το πρωί απογειώνονται από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας τρία Ντακότα, το ένα με συγκυβερνήτη το βασιλιά Κωνσταντίνο. Η θέση του ναυαγίου θα εντοπιστεί δύο ώρες αργότερα. Τα αεροπλάνα ρίχνουν καπνογόνα και σωσίβια ,όπου εντοπίζουν ναυαγούς, για να διευκολύνουν τα πλοία που σπεύδουν για τη διάσωση. 

Και πράγματι ο εντοπισμός των άτυχων αυτών ναυαγών δεν είναι εύκολος, καθώς είναι κατάμαυροι από τα καύσιμα του πλοίου, που έχουν διαρρεύσει στα νερά και δεν φαίνονται εύκολα. 
Πρώτο, σαν από ειρωνεία της τύχης, εντοπίζεται το άσπρο φορτηγό, που πετάχτηκε στη θάλασσα και επέπλεε. Εκατοντάδες συγγενείς των επιβατών συγκεντρώνονται στα γραφεία της εφοπλιστικής εταιρείας στην ακτή Τζελέπη, για να ενημερωθούν για την αργοπορία του πλοίου, όταν τα νέα για τη συμφορά φτάνουν στον Πειραιά. Ούτε οι αντιπρόσωποι της εταιρείας αλλά ούτε και οι αρχές δίνουν κάποια πληροφορία για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ναυάγιο. 


Οι συγγενείς χρειάζεται να περιμένουν μέχρι νωρίς το απόγευμα μέσα στην άγνοια, με ένα βουβό πόνο ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους, ελπίζοντας ότι οι άνθρωποί τους θα κατάφεραν να σωθούν. 








Όταν ακούγονται οι σειρήνες των πρώτων ασθενοφόρων, που κατεβαίνουν στο λιμάνι, οι καρδιές ραγίζουν. Το θέαμα των νεκροφόρων, που έφτασαν λίγο αργότερα, κάνει τον θρήνο να ξεχυθεί γοερός από τις καρδιές, που ως τότε ήλπιζαν.

1 σχόλια:

Riri είπε...

εκπληκτικό κείμενο. μπράβο!

Δημοσίευση σχολίου