«Ήρθε ο Γιώργος από το Storie Umane»… Θ. Μικρούτσικος: «Δεν πα να’ ναι κι από το Πατριαρχείο… μόνον από τη Χρυσή Αυγή να μην είναι»!
Γράφει ο Γιώργος Κοβός
Λίγο πριν από τη μεγάλη παράσταση στο Θέατρο Παλλάς: «Πάντα γελαστοί και πάντα γελασμένοι»… στο στάδιο της «προπόνησης» σε ένα στούντιο κάπου στη λεωφόρο Βουλιαγμένης. Ο συνεργάτης του φωνάζει: «Ο Γιώργος είναι από το Storie Umane»!
Κι εκείνος απαντά: «Δεν πα να’ ναι κι από το Πατριαρχείο… μόνον από την Χρυσή Αυγή να μην είναι…»!
Το γέλιο μου συναντά την προετοιμασία της μεγάλης παράστασης… «πάντα γελαστοί και γελασμένοι».
Τα λαϊκά τραγούδια του Μικρούτσικου στο Παλλάς. Κι εγώ θυμάμαι τον Μητροπάνο. Δημιούργησε λαϊκά τραγούδια ο Μικρούτσικος; Αναρωτιέμαι παράλληλα με το δίλημμα που μου θέτει η μελωδία.. «πάντα γελαστός ή πάντα γελασμένος;».
Προσπερνώ, ήρθα για συνέντευξη και όχι για ψυχανάλυση.
-Μια παράσταση με λαϊκά τραγούδια;
«Δεν ανήκα και δεν ανήκω στο ‘σώμα’ του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού. Η καταγωγή μου, οι σπουδές μου, η παιδεία μου με έβγαζαν έξω από αυτή την ιστορία. Αν υποθέσουμε ότι η Ελλάδα, μουσικά, είναι ένα σταυροδρόμι δύσης και ανατολής, εγώ όταν ξεκίνησα, είτε στο τραγούδι, είτε στην κλασική μουσική ήμουν στο δυτικό κομμάτι. Όταν μελοποιούσα δεν επέλεγα πρώτα τον ερμηνευτή. Πρώτα έβγαζα τα τραγούδια μου και μετά επέλεγα αυτόν που θα τα αποδώσει καλύτερα. Για παράδειγμα, στον Καββαδία βρήκα έναν νέο τότε άνθρωπο και του είπα: Εσύ…. Σιγά σιγά , μελοποιώντας είτε σπουδαίους στιχουργούς με ποιητική ατμόσφαιρα, όπως είναι ο Ελευθερίου, ο Αλκαίος, ο Τριπολίτης, η Νικολακοπούλου, είτε ποιητές, άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι προέκυπταν κάποια τραγούδια, τα οποία θα μπορούσε κανείς να πει ότι κοιτάνε προς το λαϊκό ύφος. Η έκπληξή μου ήταν τεράστια όταν είδα το 1981-82 την τρομακτική επιτυχία, με το καλημέρα σας που είχε το Ερωτικό…
Με μια πιρόγα. Συζητώντας τότε με τον αγαπημένο μου Μάνο Χατζηδάκη που θεωρώ κολόνα του ελληνικού τραγουδιού, με τον οποίο είχαμε μια απίστευτη αλληλοεκτίμηση, του λέω: Δεν είναι περίεργο που εγώ, ένας άνθρωπος που δεν ανήκω στο λαϊκό τραγούδι, έκανα ένα τραγούδι που τραγουδιέται από όλους τους Έλληνες; Μου λέει: Πού το βρίσκεις το περίεργο; Του λέω: εκ του γεγονότος ότι είμαι εκτός. Τότε ο Χατζηδάκης μου είπε: Στις μέρες μας, αν ήσουν εντός, και ταλέντο να είχες, θα έκανες μιμητικά τραγούδια των μεγάλων του λαϊκού τραγουδιού, κάνεις κάτι διαφορετικό επειδή είσαι outsider! Κι εγώ ήμουν outsider στην δεκαετία του ’50. Ερχόμουν από μουσική για μπαλέτο και έγραψα το γαρύφαλλο στο αυτί για τον ελληνικό κινηματογράφο. Αυτή η κουβέντα με προβλημάτισε γιατί είχε μια σοβαρότητα. Σιγά σιγά άρχισαν να μαζεύονται και άλλα κομμάτια… Μέχρι που ήρθε η Ρόζα και η δουλειά μου με τον Μητροπάνο. Ακόμα τότε, η δισκογραφία ήταν αρκετά δυνατή. Από εκείνη την εποχή σκεφτόμουν να μαζέψω όλα τα τραγούδια που είχα κάνει με λαϊκό χρώμα, καμιά εξηνταριά περίπου, ανάμεσα στα πεντακόσια, σε έναν τριπλό δίσκο και να περιοριστώ εκεί. Με τον καιρό, η δισκογραφία μαράθηκε και έμεινε όλο αυτό σαν σκέψη, αλλά, πλέον, με την μορφή παράστασης. Έτσι προέκυψε η παράσταση στο Παλλάς, βρίσκοντας τρεις πολύ σπουδαίους τραγουδιστές, τον Μανώλη Μητσιά που είναι και ο πρώτος διδάξας στην Πιρόγα, και δύο από την νεότερη γενιά, τον Κότσιρα και τον Μπάση».
-Παίζει ρόλο η χρονική στιγμή που εμφανίζεστε με τα λαϊκά σας τραγούδια;
«Όχι, κάνω μια άλλη παραγωγή, με φωνή και πιάνο, με την Ρίτα Αντωνοπούλου. Έχουμε, ήδη, δώσει 26 παραστάσεις από τον Οκτώβρη και έχουμε άλλες 25 μέχρι τον Απρίλη. Αυτή η παράσταση έχει να κάνει με την κατάσταση που ζούμε. Εμψυχωνόμαστε κι εμείς από τον κόσμο, και ο κόσμος από εμάς. Είναι μια παράσταση με ουσιαστικό πρόσημο».
Την ώρα που ανάβει για μία ακόμη φορά την πίτα του, ένας παλιός του συνεργάτης, ο κιθαρίστας Χριστόφορος Κροκίδης, του φωνάζει: «Γεια σου υπουργέ μου»! Μια σκηνή που με γυρνάει στα χρόνια της κυριαρχίας του ΠΑΣΟΚ, τότε που ήταν υπουργός Πολιτισμού.
-Θα το ξανακάνατε;
«Από το 96 και μετά, έχω δηλώσει ότι δεν θα ασχοληθώ ξανά. Όχι μόνο τώρα, αλλά και το 96, το 98, το 2000, όλα αυτά τα χρόνια που τα πράγματα ήταν σαφώς καλύτερα από σήμερα. Από τον Μάιο του 2010 που μπήκαμε στο μνημόνιο, όλες οι παρεμβάσεις μου είναι αντιμνημονιακές».
-Αν σας δινόταν να αλλάξετε κάτι στη χώρα, αυτό θα ήταν το μνημόνιο;
«Απολύτως. Δεν οδεύουμε προς την καταστροφή, είμαστε στην καταστροφή γιατί υπάρχει μια ανεργία πάνω από 30%, παρόλο που λένε 26%. Είναι κοντά στο 32% με 33%. Στους νέους είναι επισήμως 57%. Ένα άλλο 20% είναι πολύ φτωχοί άνθρωποι και από το υπόλοιπο 50%, το 40% με 45% κατακερματίζεται. Συνεπώς, η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού υποφέρει. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Δεν πρόκειται, όμως να σταματήσει γιατί, αν δεις το μνημόνιο, το πλάνο είναι το 2022 ο κατώτερος μισθός να είναι στα 300 ευρώ και να έχει συμπιεστεί όλο το δυναμικό των εργαζομένων στην Ελλάδα, για να μπορέσουν, και με τη βοήθεια του ξεπουλήματος της εθνικής περιουσίας, να μας κινεζοποιήσουν ως νότο της Ευρώπης, τόσο εμάς όσο και την Ισπανία, την Πορτογαλία και, ενδεχομένως, την Ιταλία, παρόλο που είναι πολύ μεγάλη οικονομία. Δεν υπάρχει σωτηρία. Αν βγούμε από το μνημόνιο στη φάση που είμαστε τώρα, θα υπάρχει πολύ μεγάλη δυσκολία. Άλλο να μην μπαίναμε στο μνημόνιο το 2010, και άλλο να βγούμε το 2013. Μπορεί τα δυο-τρία πρώτα χρόνια να υποφέρουμε και, ενδεχομένως, περισσότερο. Υπάρχει, όμως, μεγάλη πιθανότητα να δούμε πιο ουσιαστικό φως και πολύ γρηγορότερα».
-Και για όλους αυτούς που πιστεύουν ότι το μνημόνιο είναι αναγκαίο κακό;
«Σε ότι αφορά τον κόσμο, πιστεύω ότι είναι πάρα πολύ λίγοι. Αν γινότανε μια δημοσκόπηση, ένα 80% με 90% θα δήλωνε κατά του μνημονίου. Σε ότι αφορά τους Πολιτικούς υπάρχουν τριών ειδών σήμερα. Είναι κάποιοι που αντιστέκονται. Είναι κάποιοι άλλοι που βρίσκονται σε διατεταγμένη υπηρεσία, δηλαδή αυτοί που είναι υπηρέτες συμφερόντων ντόπιων και ξένων. Υπάρχει και η τρίτη κατηγορία πολιτικών, στην οποία ανήκουν αυτοί που μπήκανε σε έναν κυκεώνα και δεν ξέρουν πώς να βγουν».
Τώρα τι σχέση έχει το μνημόνιο με όλα αυτά που ακούγονται στον προθάλαμο του στούντιο, ειλικρινά δεν ξέρω… η ζωή παίζει παιχνίδι. Λαϊκές, πονεμένες νότες. Μα πως γίνεται να μην έχουν σχέση;
-Και η Αριστερά;
«Πιστεύω ότι έχει διαχρονικές ευθύνες η αριστερά, όμως δεν παύει να θέλει ένα καλύτερο μέλλον για τους Έλληνες εργαζόμενους. Θέλω να σας πω τούτο, δείτε τη… μεγάλη εικόνα: η παγκόσμια τράπεζα που είναι θεσμός του καπιταλισμού με στοιχεία της λέει ότι σήμερα τρία δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν με 2 δολάρια την ημέρα. Αυτό σημαίνει ότι μέσα σε έναν χρόνο, οι άνθρωποι αυτοί κοστίζουν 1,5 τρισεκατομμύριο ευρώ. Το βάζεις στην πλάστιγγα. Για να ισορροπήσει πρέπει να βάλεις από την άλλη τον Αμπράμοβιτς με άλλους εφτά. Ο παγκόσμιος καπιταλισμός στην απόλυτη βαρβαρότητα κάνει οχτώ ανθρώπους να ισοδυναμούν με τρία δισεκατομμύρια. Άρα, όποια και να ήταν τα λάθη της αριστεράς, εγώ είμαι μαζί της. Τώρα, το πώς θα κάνεις κάτι άλλο; Ε, η γέννα είναι πάντα δύσκολη».
-Και το ΠΑΣΟΚ; Μπορεί να αναγεννηθεί;
«Όχι, το ΠΑΣΟΚ δεν άλλαξε το 2010. Το ΠΑΣΟΚ ήταν ένα προοδευτικό κόμμα στη συγκυρία των δεκαετιών ’70 και ’80. Κοίτα το ΠΑΣΟΚ με τον Ανδρέα Παπανδρέου στην Ελλάδα, το σοσιαλιστικό κόμμα στη Σουηδία με τον Πάλμε, κοίτα τότε τον Καντάφι με το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα της Λιβύης, την αιγυπτιακή επανάσταση, την Ίντιρα Γκάντι με το σοσιαλιστικό κόμμα στην Ινδία…. Τότε, λόγω του ότι υπήρχαν τα δύο συστήματα σε μια ισορροπία, έμενε χώρος για προοδευτικά κόμματα φιλολαϊκά. Αυτό ήταν αποτέλεσμα των κοινωνικών συνθηκών. Γι’ αυτό ήταν προοδευτικό το ΠΑΣΟΚ, τότε. Όταν «τέλειωσε» το ένα σύστημα, συμπιέσθηκε και «καπελώθηκε» από το άλλο. Όσοι ήθελαν να επιβιώσουν έπρεπε να υπηρετήσουν τον νέο, μοναδικό «αφέντη». Δεν είναι τυχαίο ότι, στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όλα τα λεγόμενα σοσιαλιστικά κόμματα, ανεξάρτητα από την προϊστορία τους, έγιναν νεοφιλελεύθερα. Δες, για παράδειγμα, τον Μπλερ… Καμιά διαφορά με τον Κάμερον. Θα σου έλεγα ότι ήταν και χειρότερος. Δες τον Ολάντ…. Μικρές διαφορές έχει με τον Σαρκοζί και αυτές εντοπίζονται σε δευτερεύοντα και τριτεύοντα θέματα. Η οικονομία κινείται με τον ίδιο τρόπο. Άρα, το ΠΑΣΟΚ, δεν το άλλαξε ο Σημίτης… Βρήκε τον κατάλληλο αρχηγό στο πρόσωπο αυτό, την ώρα που άλλαζε σαν κόμμα. Συνεπώς, δεν γίνεται να αναγεννηθεί γιατί υπάρχουν διαφορετικές συνθήκες. Το να δημιουργηθεί κάτι νέο, είναι άλλη συζήτηση. Υπάρχει το στοίχημα του ΣΥΡΙΖΑ και το «στοίχημα» του πώς θα λειτουργήσει το ΚΚΕ στο άμεσο μέλλον . Δεν ξέρω αν υπάρχει χώρος και για κάτι άλλο».
-Το στοίχημα του ΚΚΕ;
«Το ζήτημα είναι ότι, ακόμα και αν δεχτείς την κοινωνία που θέλει το ΚΚΕ, μια κοινωνία πολύ προοδευτική για το μέλλον, μέχρι τότε υπάρχει ένα κενό, το οποίο πρέπει να καλυφθεί. Εγώ είμαι της άποψης ότι, και εντός του καπιταλισμού - χωρίς ψευδαίσθηση- μπορούν να αλλάξουν τα πάντα, μπορείς να καλυτερεύσεις την θέση των ανθρώπων. Αυτός ήταν και ο λόγος που ψήφισα, για πρώτη φορά, ΣΥΡΙΖΑ στις προηγούμενες εκλογές. Έθετε το θέμα του μεταβατικού».
-Σε ποια αξία μπορούμε να κρατηθούμε ώστε να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη;
«Να ξαναφτιάξουμε το κατακερματισμένο Εμείς, γιατί είχε δημιουργηθεί, στην εποχή της πλαστής ευμάρειας, ένα υπερεκτιμημένο Εγώ».
-Και με τον πολιτισμό τι γίνεται; Δύναται να παρέμβει σε αυτή τη συγκυρία ή όχι;
«Ο βασικός ρόλος του πολιτισμού είναι να αποτυπώνει την περπατησιά του ανθρώπου στην πορεία του. Είναι το χνάρι του ανθρώπου στον πλανήτη. Όταν το τετράποδο σηκώθηκε στα δυο του πόδια και έκοψε ένα μήλο, έγινε άνθρωπος. Η επόμενη κίνηση του ήταν να ζωγραφίζει στα σπήλαια. Έστω, μόνο το κυνήγι του. Από εκείνες τις ζωγραφιές, όμως, ξέρουμε τι γινότανε. Από τον Παρθενώνα ξέρουμε πώς ζούσαν πριν χιλιάδες χρόνια. Στον εικοστό αιώνα, που ο καπιταλισμός έφερε δυο παγκόσμιους πολέμους, η τέχνη απέκτησε και δεύτερο περιεχόμενο, να κάνει τους ανθρώπους πιο συνειδητοποιημένους, πιο κριτικούς. Από μόνη της η τέχνη δε μπορεί ν’ αλλάξει τον κόσμο, αλλά τον κόσμο τον αλλάζουν άνθρωποι που έχουν συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να τον αλλάξουν. Η τέχνη βοήθησε σε αυτό. Σήμερα στην φοβερή αυτή κρίση του καπιταλισμού όπου βιώνουμε το δικό μας 1929, η τέχνη έχει και τρίτο ρόλο, να εμψυχώνει τον κόσμο».
Η συνάντηση μας τελειώνει με ένα γύρισμα της ματιάς στην Πάτρα όπου μεγάλωσε…
«Όλες μου οι γεύσεις και οι αναμνήσεις είναι απίστευτες. Από αυτά που έζησα εκεί, μέχρι τα 15 μου, μου έχουν μείνει στοιχεία, τα οποία κουβαλάω σε όλη μου τη ζωή. Από αυτή την άποψη, θα της έχω αιώνια ευγνωμοσύνη».
Είναι ώρα που έχω αφήσει πίσω μου το στούντιο στη Βουλιαγμένης και οι νότες του με κυνηγούν ακόμη...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου