Δασκαλόπαιδο η Στέλλα Τσίτουρα, μεγάλωσε με την εικόνα της μάνας της να μαθαίνει ελληνικά στους τσιγγάνους. Από τότε είχε το όνειρο να γίνει παιδίατρος. Από τότε το δασκαλόπαιδο καταλάβαινε τι σημαίνει κοινωνική ιατρική. Σήμερα, αυτός ο πολύτιμος άνθρωπος παλεύει ακόμη...
Γράφει η Αιμιλία Πανταζή
Η Στέλλα Τσίτουρα είναι κοινωνική παιδίατρος. Έχει αφιερώσει τη ζωή της στα παιδιά. Πολυπράγμων επιστήμονας ξεκίνησε ως παιδίατρος στο Νοσοκομείο Παίδων «Η Αγία Σοφία» με μέντορα τον σημαντικό Έλληνα επιστήμονα, Δοξιάδη, τον πρώτο κοινωνικό παιδίατρο στη χώρα μας με διεθνή ακτινοβολία.
Στα τέλη της δύσκολης δεκαετίας του '70, στο πλαίσιο ερευνητικής εργασίας, η νεαρή, έγκυος γιατρός Στέλλα, πηγαίνει στη Φλώρινα με σκοπό «την ενημέρωση μαιών με παλιές λανθασμένες αντιλήψεις για τη σημαντικότητα του ρόλου τους». Ενημέρωση σε μαμάδες αλλά και γιαγιάδες: «Σκεφτείτε πως τότε τα παιδιά έμεναν φασκιωμένα και αντιμετωπίζονταν σαν αντικείμενα».
Ήταν η κοινωνία έτοιμη να πειστεί να κάνει αλλαγές τότε; «Αρνητικές επιδράσεις στο θέμα του θηλασμού από την ύπαρξη εργοστασίου παραγωγής γάλακτος στην περιοχή καθώς και άλλοι παράγοντες εμπόδιζαν τις αλλαγές σε αυτές τις κοινωνίες», περιγράφει, ενώ παράλληλα θυμάται και «την τεράστια ικανοποίηση των ανθρώπων εκεί, ότι επιτέλους το κράτος τους είχε σκεφτεί»!
Λίγα χρόνια μετά, μητέρα πια δύο παιδιών παίρνει υποτροφία για τη Βόρεια Καρολίνα στην Αμερική. Στόχος πάντα η κοινωνική ιατρική. «Παρακολουθούσαμε για παράδειγμα την ενδυνάμωση παιδιών στο ογκολογικό τμήμα όπου η επιβίωση βελτιωνόταν δίνοντας ευκαιρίες κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Δουλεύαμε σε αγροτικές περιοχές ερευνώντας την εφηβική εγκυμοσύνη, τους δημογραφικούς παράγοντες για τη γονεϊκότητα και φυσικά την ικανότητα των μητέρων να είναι μητέρες».
Επιστρέφει στην Ελλάδα με όρεξη για δουλειά
«Θέλησα να βοηθήσω λειτουργώντας ως συνδετικός κρίκος ανάμεσα στην κοινότητα και το νοσοκομείο. Το "Αγλαΐα Κυριακού", μεταξύ '83 και '90 είχε αγοράσει μια μικρή κλινική (Δαβάκη) στη Συγγρού. Πρότεινα να δημιουργηθεί τμήμα κοινωνικής παιδιατρικής από μια ομάδων 15 διαφορετικών επιστημόνων, όπου όλοι μαζί θα μελετούσαμε και θα οργανώναμε τις υπηρεσίες υγείας με τα προβλήματα μιας τυπικής αστικής περιοχής, όπως η Καλλιθέα.
-Ευόδωσε η προσπάθεια;
«Τι ευοδώνει στην Ελλάδα;»
Η πρόταση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Εν τέλει, προκηρύχθηκαν μόνον τρεις θέσεις γιατρών και τελικά προσελήφθησαν δύο.
«Συναντηθήκαμε οι δυο μας και αποφασίσαμε έστω και μόνοι μας να ξεκινήσουμε από κάπου. Ξεπερνώντας την επιφύλαξη των τοπικών γιατρών τους οποίους έπρεπε να βεβαιώσουμε πως αυτό που κάνουμε είναι αυτό που δεν ξέρουν και δε θέλουν να κάνουν, δηλαδή, να ασχοληθούν με πληθυσμούς υψηλού κινδύνου και με πράγματα που δε γνωρίζουν καλά».
Η δουλειά ξεκίνησε από τους παιδικούς σταθμούς.
«Σε συνεργασία με τους γονείς καταγράψαμε τα σημαντικότερα προβλήματα των παιδιών τους. Φανταστείτε το 1990, υπερτερούσε το θέμα του φαγητού, η παχυσαρκία είχε ήδη αρχίσει να εμφανίζεται και το θέμα της πειθαρχίας ακολουθούσε. Ένας αιφνίδιος θάνατος σε παιδικό σταθμό που δεν οφειλόταν σε παράλειψη, συγκλόνισε γονείς και εργαζόμενους. Δουλέψαμε φέρνοντας ισορροπία στις τεταμένες σχέσεις εργαζομένων και γονιών, ενώ βοηθήσαμε στο πένθος».
Η χαρά όμως δεν κρατά πολύ. Γίνεται έφεση εναντίον της, αναλαμβάνει τη θέση της άλλος συνάδελφος και εκείνη επιστρέφει ως παιδίατρος στο Αγία Σοφία.
«Τελικά, όταν δεν ανήκεις σε κανένα λόμπυ ποτέ δεν είσαι ευνοούμενος», περιγράφει πικραμένη.
Πιστή στο όνειρό της, μετά από έξι χρόνια και μέσω δικαστικών οδών επιστρέφει στην θέση της, συναντώντας μια άλλη πραγματικότητα: «Μια επισκέπτρια υγείας, μια νοσηλεύτρια διετούς φοίτησης και στόχος; Ο εμβολιασμός παιδιών από περιοχές φίλων πολιτικών προσώπων» !!!
Ως Ελληνίδα εταίρος σε ευρωπαϊκό επιδημιολογικό πρόγραμμα πρόληψης της παιδικής αλλεργίας, συναντά για μία ακόμη φορά τη γραφειοκρατία και πολλά εμπόδια στο έργο της... Ομως, επιμένει.
Δουλεύει στο πλευρό εξακοσίων οικογενειών, εστιάζοντας στην πρώιμη πρόληψη, ανακαλύπτοντας παιδιά με αυτισμό,μαθησιακά και πρώιμα αναπτυξιακά προβλήματα, ψυχικά πάσχοντες γονείς, κοινωνικά προβλήματα παιδιών μεταναστών.
Για τους ανθρώπους που έχει βοηθήσει, εξομολογείται ότι τους έχει «ισόβια παντρευτεί»...
«Τα παιδιά μεγάλωσαν, δημιούργησαν τις δικές τους οικογένειες. Συνειδητοποιείς, όμως, πόσο δύσκολο είναι να ξεφύγει κανείς από το διαγενεακό κύκλο της φτώχειας».
Κι ύστερα από δέκα χρόνια σκληρής δουλειάς ως διευθύντρια στο εξωτερικό ιατρείο του Παίδων;
«Χωρίς να μου δώσουν ποτέ μια κοινωνική λειτουργό, τελείως απαραίτητη, αναγκαζόμουν να παίζω one woman show και με όλα τα μέτωπα ανοιχτά», αναφέρει η Στέλλα Τσίτουρα, η οποία ξαναχάνει τη θέση της και ζητά πλέον να αποσπαστεί στην πανεπιστημιακή κλινική με στόχο να εκπαιδεύσει νέους ιατρούς στην κοινωνική παιδιατρική.
Η αγάπη της για στήριξη και προσφορά σε οικογένειες σε κρίση και των ευπαθών παιδιών είναι η βασική κινητήριος δύναμη. Μετέχει στο επιστημονικό συμβούλιο της Μη κερδοσκοπικής διεθνούς εταιρίας, «Home Start» για προβληματικές οικογένειες με παιδιά έως πέντε ετών, στο «Δίκτυο για τα Δικαιώματα του Παιδιού», στο διοικητικό συμβούλιο της Οργάνωσης «Μέριμνα».
«Σκοπός της εικοσαετούς πορείας της Μέριμνας είναι η παροχή βοήθειας σε οικογένειες και παιδιά με σοβαρές ασθένειες. Ένα από τα όνειρά μας, το Home Care, βοηθά με κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό, παιδιά που βρίσκονται στην τελική φάση της ζωής τους».
Θυμάται τον τραγικό θάνατο των παιδιών στο Μακρυχώρι. «Επί τρία χρόνια στηρίζαμε την κοινότητα»...
Τι μπορεί να σκέφτεται ένας άνθρωπος όταν βλέπει ένα παιδί να πεθαίνει;
«Τι μπορώ να κάνω για να είναι καλύτερη κάθε στιγμή στη ζωή του. Όσο μικρή κι αν είναι, έχει αξία. Και μια ώρα ζωής είναι σημαντική, αρκεί να τη ζήσεις».
Δεν πιστεύει στην μεταθανάτια ζωή αλλά καταλαβαίνει όσους πιστεύουν: «Η ζωή είναι εδώ. Δεν έχουμε περιθώριο να την χάσουμε».
Η κύρια ενασχόλησή της σήμερα, η στήριξη γονιών με παιδιά προσχολικής ηλικίας που πηγαίνουν σε βρεφονηπιακούς σταθμούς του δημοτικού βρεφοκομείου κι όχι μόνον. Συζητά μαζί τους για προβλήματα ύπνου, φαγητού, αντιζηλίας αδελφών, κρίσεις θυμού και κυρίως δίνει κατευθυντήριες γραμμές στο πως θα χειριστούν οι γονείς τα παιδιά αυτής της ηλικίας.
Ξεκινάει πάντα με την φράση: «Τέλειοι γονείς δεν υπάρχουν, αλλά ούτε πρέπει να απαιτούνται και τέλεια παιδιά... δε χρειάζεται να αγχώνεστε, εάν δε μπορείτε να προσφέρεται υλικά αγαθά. Τα παιδιά χρειάζονται ένα κομμάτι από την ψυχή σας».
Οι γονείς σήμερα για τη Στέλλα Τσίτουρα είναι «αγχωμένοι, ανασφαλείς και μόνοι».
Ο ρόλος του γιατρού οφείλει να είναι διπλός...
«Εκτός από την ενημέρωση, τους φέρνω σε επαφή μεταξύ τους για να δημιουργήσουν μια κοινότητα η οποία θα λειτουργήσει υποστηρικτικά για όλους. Αυτή είναι η λύση. Στην αρχή δυσκολεύονται, αλλά μετά από οκτώ συναντήσεις αισθάνονται πιο ασφαλείς και κυρίως έχουν καινούριους φίλους».
Ο στόχος είναι το παιδί...
«Ολα αυτά τα χρόνια, καταφέραμε να πολεμήσουμε βιολογικά προβλήματα, κυρίως λοιμογόνους παράγοντες, βρίσκοντας αντιβιώσεις, εμβόλια, αλλά δυστυχώς οι κοινωνικοί συντελεστές επιβαρύνονται. Αν δεν φτάσουμε στην ισότητα και στην καταπολέμηση των κοινωνικών προβλημάτων δεν θα πετύχουμε ποτέ καλή υγεία για τους πληθυσμούς μας και ιδιαίτερα για τα παιδιά που δεν είναι ανεξάρτητα, αλλά απόλυτα εξαρτώμενα από τους ενηλίκους».
Το θέμα είναι η πρόληψη...
«Τώρα ξέρουμε πως από τη σύλληψη μέχρι τα τρία πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού, μπαίνουν οι βάσεις για την ψυχική και βιολογική του υγεία»...
Το όνειρο της είναι η δημιουργήσει ένα Πολιτιστικό Κέντρο για το παιδί και την οικογένεια σε μια κοινότητα όπου θα αναπτύσσονται δραστηριότητες και σχέσεις.
«Δεν θα φροντίζει μόνο πληθυσμούς ευάλωτους και περιθωριακούς αλλά όλοι οι άνθρωποι θα συναλλάσσονται μεταξύ τους δίνοντας ο καθένας το κομμάτι που έχει στον άλλον. Ολοι κάτι έχουν να δώσουν».
Την παρακολουθώ να μου μιλά με πάθος και σκέφτομαι ότι ο φόβος δεν της ταιριάζει...
«Τι να φοβάμαι στα εξήντα πέντε μου;»
Τι να φοβάται μια γυναίκα που ουδέποτε ανέβαλλε τα θέλω της και για το μόνο που μετανιώνει είναι για όσα δεν έκανε;
Είναι ευτυχισμένη;
«Είμαι πλήρης. Τι είναι η ευτυχία; Στιγμές. Ούτε μπορείς να δηλώνεις συνέχεια ευτυχισμένος, ούτε και δυστυχισμένος».
Τι δεν εγκαταλείπει;
«Την ελπίδα πως θα κάνω και κάτι παραπάνω. Η ζωή είναι ανοικτή, συνεχίζεται, δίνει ευκαιρίες να κάνουμε πράγματα, να δούμε, να ζήσουμε».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου