1942. Η φασιστική Γερμανία έχει ήδη ξεκινήσει το αιματοκύλισμα της Ευρώπης υπό την ηγεσία του Αδόλφου Χίτλερ. Κάθε μορφή δημόσιας και ιδιωτικής ζωής βρίσκεται υπό τον ολοκληρωτικό έλεγχο του Εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος.
Γράφει η Κάτια Κατιμερτζή
Γράφει η Κάτια Κατιμερτζή
Στην καρδιά του ναζιστικού κτήνους, μια ομάδα φοιτητών ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου αποφάσισε να υψώσει τη σημαία της αντίστασης.
Ο Hans Scholl, η αδερφή του Sophie, φοιτήτρια βιολογίας και φιλοσοφίας, ο Alexander Schmorell, ο Willi Graf και ο Christoph Probst σχημάτισαν τον αρχικό πυρήνα ενός αντιστασιακού κινήματος, που ονόμασαν «Άσπρο Ρόδο».
Μέλη της Φασιστικής Νεολαίας του Χίτλερ κατά την εφηβεία τους οι περισσότεροι, είχαν τελικά απορρίψει το Εθνικοσοσιαλισμό. Όπως πολλοί άλλοι φίλοι τους, προσπάθησαν να βρουν αποκούμπι στις σπουδές τους, αλλά το σιδερένιο χέρι του καθεστώτος είχε απλωθεί και στους πανεπιστημιακούς χώρους.
Οι φοιτητές ήταν υποχρεωμένοι να κοιμούνται σε στρατιωτικούς κοιτώνες και να κυκλοφορούν με στρατιωτική στολή. Μόνη τους παρηγοριά ήταν οι φοιτητικές βραδιές, που διοργάνωναν, για να συζητήσουν για φιλοσοφία, ποίηση και τέχνη.
Ένα φυλλάδιο του κηρύγματος του αντιναζιστή επισκόπου του Μίνστερ εναντίον της πρακτικής της ευθανασίας των νοητικά αρρώστων που εφάρμοζαν οι Ναζί, στάθηκε η αφορμή για να αποφασίσουν να δράσουν.
Ιδεαλιστές, προσηλωμένοι στις αρχές της δημοκρατίας, της ελευθερίας και του ανθρωπισμού, επέλεξαν να ακολουθήσουν την οδό της παθητικής αντίστασης.
Αποφάσισαν να εκτυπώσουν ανώνυμα φυλλάδια με κείμενα που έκαναν γνωστές τις αρχές τους. Θα απαιτούσαν την αποκατάσταση της δημοκρατίας και θα στόχευαν στην αφύπνιση των Γερμανών μέσα από τη θεωρητική αποδόμηση της «ιδεολογίας» του Εθνικοσοσιαλισμού, αλλά και την αποκάλυψη των εγκλημάτων που διαπράττονταν στο όνομά του.
Τα φυλλάδια θα αποστέλλονταν ταχυδρομικά σε παραλήπτες επιλεγμένους από τους τηλεφωνικούς καταλόγους, αλλά και θα σκορπίζονταν μυστικά σε δημόσιους χώρους.
Στην προσπάθειά τους βρήκαν αρωγό τον επιχειρηματία από τη Στουτγκάρδη Eugen Grimminger, που ήταν διατεθειμένος να τους βοηθήσει οικονομικά για να αγοράσουν τα απαραίτητα για την εκτέλεση του σχεδίου και την γραμματέα του Tilly Hahn, που συνεισέφερε και δικά της χρήματα για το σκοπό.
Από τον Ιούνιο ως τα τέλη Ιουλίου του 1942 συνέγραψαν τέσσερα φυλλάδια. Παραλήπτες ήταν κυρίως καθηγητές πανεπιστημίου, φοιτητές και διανοούμενοι, καθώς θεωρούσαν ότι οι άνθρωποι των γραμμάτων έπρεπε να αφυπνιστούν πρώτοι, αλλά και ιδιοκτήτες εστιατορίων και μπαρ με την ελπίδα ότι έτσι θα μοιραστούν και στους απλούς πολίτες.
Στα τέσσερα αυτά φυλλάδια περιγράφονταν η κατάσταση στην οποία είχαν φέρει τη χώρα οι Εθνικοσοσιαλιστές του Χίτλερ ως «η πιο ατιμωτική για ένα πολιτισμένο έθνος».
Οι Ναζί χαρακτηρίζονταν «υπάνθρωποι», «κοινοί εγκληματίες», «κλίκα που έχει ενδώσει στα βασικά ένστικτα».
Επισήμαιναν ότι η λεγόμενη ιδεολογία του Εθνικοσοσιαλισμού ήταν ένα κατασκεύασμα, εξαρχής βασισμένο στην εξαπάτηση και την προδοσία του γερμανικού λαού, που μπορούσε να συντηρηθεί μόνο με συνεχή ψεύδη.
Η θέση των μελών του «Άσπρου Ρόδου» έναντι της γερμανικής διανόησης ήταν σαφώς επικριτική. Οι σιωπούντες διανοούμενοι, με σοβαρές ευθύνες να βαραίνουν τους ώμους τους, ήταν που έπρεπε να σπάσουν τη σιωπή τους, για να οδηγήσουν το λαό στην ανατροπή του καθεστώτος.
Αποκάλυπταν την επιχείρηση εξόντωσης των Εβραίων, αλλά και όλων των αρσενικών εφήβων γόνων των αριστοκρατικών οικογενειών της Πολωνίας, ενημερώνοντας τους Γερμανούς για τα εγκλήματα στα οποία οι φασίστες τους είχαν καταστήσει συνεργούς.
Τοποθετούνταν ενάντια στη βία και την τρομοκρατία και υποστήριζαν ότι ανατροπή του καθεστώτος και η αποκατάσταση κάθε έννοιας δημοκρατίας, ελευθερίας και δικαιοσύνης μπορούσε να έρθει μέσα από την «παθητική αντίσταση» του γερμανικού λαού.
Προέτρεπαν σε υπονόμευση της λειτουργίας των εργοστασίων που εφοδίαζαν τη στρατιωτική μηχανή, αποχή από όλες τις φασιστικές εκδηλώσεις, απόρριψη των εκδόσεων και των μέσων μαζικής ενημέρωσης, που χρηματοδοτούνταν από το καθεστώς και υπερασπίζονταν την φαιά ιδεολογία. Επιπλέον, συμβούλευαν να μη γίνεται καμία συνεισφορά στους κάθε λογής εράνους ακόμη και αν αυτοί γίνονταν με φιλανθρωπική πρόφαση.
Δε δίστασαν να χρησιμοποιήσουν ακόμη και τα λόγια του ίδιου του Χίτλερ: «Είναι απίστευτο μέχρι ποιου σημείου πρέπει κάποιος να προδώσει το λαό, προκειμένου να τον κυβερνήσει».
Η Γκεστάπο, άμεσα ενημερωμένη για την ύπαρξη των φυλλαδίων, είχε ξεκινήσει τις έρευνες για την ανακάλυψη των υπαιτίων, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να εντοπίσει τα ίχνη τους.
Η διακοπή των μαθημάτων για το καλοκαίρι του 1942 σήμαινε ότι οι φοιτητές της ιατρικής έπρεπε να υπηρετήσουν υποχρεωτικά στο μέτωπο. Τα αγόρια της οργάνωσης αναχώρησαν για το Ανατολικό Μέτωπο, όπου έγιναν μάρτυρες των φρικαλεοτήτων που οι Ναζί διέπρατταν στον πεδίο της μάχης.
Η φθινοπωρινή επιστροφή από την πρώτη γραμμή της κόλασης σήμανε και την κλιμάκωση των δραστηριοτήτων της οργάνωσης. Ο αρχικός πυρήνας διευρύνθηκε για να συμπεριλάβει τον καθηγητή της φιλοσοφίας Kurt Huber, τους φοιτητές: Jurgen Wittenstein, Traute Lafrenz (πρώην φιλενάδα του Hans Scholl), Katharina Schueddeopf κ.α.
Ο Kurt Huber ίσως ήταν ο μόνος αντιναζιστής καθηγητής που είχε μείνει στο πανεπιστήμιο και οι παραδόσεις του μαθήματος του, που με διάφορα τεχνάσματα ακροβατούσαν επιτυχώς στο σκοινί της καθεστωτικής ορθότητας, αποτελούσαν για τους φοιτητές φωτεινό φάρο.
Η συμμετοχή του στην οργάνωση πρόσφερε μια ώριμη αλλά και προκλητική καθοδήγηση. Σε αντίθεση με τον Hans Scholl, υποστήριζε πως η ανατροπή της τυραννίας μπορούσε να επιτευχθεί μόνο με τη συνεργασία της Βέρμαχτ.
Οι πυρετώδεις συζητήσεις ανάμεσα στα μέλη της οργάνωσης προκάλεσαν έναν επαναπροσδιορισμό του στρατηγικού στόχου. Την ανατροπή του Χίτλερ έπρεπε να ακολουθήσει η οικοδόμηση μιας νέας Γερμανίας. Στο πολιτικό ερώτημα της μεταπολεμικής κατάστασης οι απόψεις των μελών ήταν διαφορετικές.
Τον Ιανουάριο του 1943 εν μέσω ζυμώσεων ετοιμάστηκε το πέμπτο φυλλάδιο. Μπροστά στο επικείμενο τέλος του πολέμου -λόγω κλιμάκωσης των συμμαχικών επιχειρήσεων- καλούσε τους Γερμανούς να αντισταθούν στην εθνικοσοσιαλιστική προπαγάνδα που έσπερνε στο λαό το φόβο του κομμουνισμού, να εγκαταλείψουν την απραξία και να πάρουν θέση υπέρ του απελευθερωτικού αγώνα, που σύντομα θα ξεκινούσε.
Πρότειναν τη δημιουργία ενός νέου κράτους μακριά από το πρωσικό, ιμπεριαλιστικό πρότυπο που είχε αιματοκυλίσει την Ευρώπη. Τοποθετούνταν εναντίον της καταπάτησης των εργατικών δικαιωμάτων και προέκριναν την ελευθερία του λόγου, την ανεξιθρησκία και την προστασία των πολιτών από κάθε είδος κρατικού αυταρχισμού ως απαραίτητες προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας νέας Ευρώπης.
Το φυλλάδιο τυπώθηκε σε χιλιάδες αντίτυπα και σε μια ριψοκίνδυνη επιχείρηση στάλθηκε και σε άλλες πόλεις της Γερμανίας.
Η δράση της οργάνωσης κορυφώθηκε τον Φλεβάρη του 1943.
Μέσα σε τρεις νύχτες, οι Hans, Alex και Willi έγραψαν αντιναζιστικά συνθήματα, όπως «Ελευθερία» και «Κάτω ο Χίτλερ» σε πάνω από εβδομήντα δημόσια κτίρια της πόλης με ανεξίτηλη μπογιά.
Ο καθηγητής Huber έγραψε το έκτο και τελευταίο φυλλάδιο μέσα στη συναισθηματική φόρτιση για την συντριπτική ήττα στο Στάλινγκραντ. Καλούσε το λαό, που πλήρωνε τον αιματηρό φόρο της θυσίας των γερμανικών νιάτων, να ξεσηκωθεί. Περιέγραφε την επιχείρηση αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης και προέτρεπε τους νέους σε ανυπακοή, αντίδραση στους χώρους της εκπαίδευσης, όπου ασκούνταν η κυβερνητική προπαγάνδα και σε μια εξέγερση με σκοπό την αποκατάσταση της ελευθερίας, της τιμής και της ηθικής της Γερμανίας. Στο κείμενο του Huber γινόταν αναφορά και στο χρέος του στρατού να βοηθήσει στην αποτίναξη της τυραννίας, αλλά ο Hans Scholl το αφαίρεσε, γιατί διαφωνούσε.
Η παρορμητική φύση του Hans τον έσπρωξε να τυπώσει το φυλλάδιο και σε μια άκρως ριψοκίνδυνη επιχείρηση να το μοιράσει στους χώρους του πανεπιστημίου στις 18 Φεβρουαρίου 1943 με βοηθό του την αδερφή του Sophie. Κατά τη διάρκεια της ενέργειάς τους αυτής εντοπίστηκαν από τον επιστάτη του πανεπιστημίου, που κάλεσε την Γκεστάπο. Στις τσέπες του Hans υπήρχε το προσχέδιο του έβδομου φυλλαδίου, γραμμένο από τον Christoph Probst, και συνελήφθηκαν και οι τρεις.
Μετά από σκληρή ανάκριση προσήχθησαν ενώπιον του διαβόητου «Λαϊκού Δικαστηρίου» στις 22 Φεβρουαρίου 1943 με την κατηγορία της προδοσίας, για να δικαστούν με συνοπτικές διαδικασίες.
Σ' αυτήν την παρωδία δίκης, όπου οι συνήγοροι υπεράσπισης διορίστηκαν από το ίδιο το δικαστήριο, οι κατηγορούμενοι παρουσιάστηκαν με τα μελανότερα χρώματα. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ήταν περιθωριακοί, εχθροί του λαού, που έδρασαν με σκοπό την υπονόμευση της ασφάλειας του έθνους. Στόχος τους ήταν να σπείρουν την ηττοπάθεια και να κάμψουν το ηθικό των Γερμανών:
«Αυτή τη χρονική στιγμή της ηρωικής πάλης του γερμανικού λαού, αυτοί οι εγκληματίες αξίζουν ένα γρήγορο και ατιμωτικό θάνατο».
Μετά από τέσσερις ώρες(!) καταδικάστηκαν σε θάνατο δια αποκεφαλισμού και η ποινή εκτελέστηκε την ίδια κιόλας μέρα.. Πιστοί στις ιδέες τους αντιμετώπισαν το θάνατο με αξιοπρέπεια. Τα τελευταία λόγια του Hans Scholl, πριν πέσει η λεπίδα της λαιμητόμου, ήταν: «Ζήτω η ελευθερία!».
Και τα υπόλοιπα μέλη της οργάνωσης έπεσαν στα δίχτυα της Γκεστάπο. Σε δύο άλλες δίκες στις 19 Απριλίου και στις 13 Ιουλίου1943, στο εδώλιο των κατηγορουμένων έκατσαν τα περισσότερα από τα άλλα μέλη της οργάνωσης. Από αυτούς οWilli Graf, ο καθηγητής Kurt Huber και ο Alexander Schmorell καταδικάστηκαν επίσης σε θάνατο, ενώ στους υπόλοιπους αποδόθηκαν βαρύτατες ποινές.
Ο Kurt Huber στην απολογία του ανέφερε ότι υπάκουσε στη φωνή της συνείδησής του και ότι έκανε το χρέος του σαν Γερμανός, σαν ακαδημαϊκός δάσκαλος και σαν πολιτικό ον. Εκτελέστηκε στις 13 Ιουλίου μαζί με τον Alexander Schmorell, ενώ ο Willi Graf εκτελέστηκε στις 12 Οκτωβρίου.
Η οικογένεια του καθηγητή Huber κατά τη διάρκεια της δίκης είχε αναζητήσει εις μάτην τη βοήθεια του διάσημου φίλου του, συνθέτη των Carmina Burana, Carl Orff. Ο συνθέτης δεν ντράπηκε μετά την πτώση του Χίτλερ να αναφέρει ψευδώς ότι ήταν και ο ίδιος μέλος της οργάνωσης!
Η παράταση της εκτέλεσης της ποινής ως τον Ιούλιο επέτρεψε στον Huber να δουλέψει πυρετωδώς για να τελειώσει τη βιογραφία του μαθηματικού και φιλοσόφου Leibnitz. Σε ένα τελευταίο γράμμα προς τον τετράχρονο γιο του έγραψε: «Πέθανα για την ελευθερία, την τιμή και την αλήθεια. Αυτά τα τρία υπηρέτησα ως τον τελευταίο χτύπο της καρδιάς μου».
Αντίτυπα του έκτου φυλλαδίου φυγαδεύτηκαν από μέλη της γερμανικής αντίστασης στην Αγγλία, όπου τυπώθηκαν σε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα και χρησιμοποιήθηκαν ως προπαγανδιστικό υλικό σε συμμαχικές αεροπορικές ρίψεις.
Στους σημερινούς δύσκολους καιρούς αξίζει να θυμάται κανείς τη φωνή των ονειροπόλων αυτών αγωνιστών, που χαρακτηρίστηκαν τρομοκράτες:
«Δεν θα σωπάσουμε! Είμαστε η συνείδησή σας. Το Άσπρο Ρόδο δεν θα σας αφήσει σε ησυχία».
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου